Οι ουρολοιμώξεις είναι ένα θέμα που απασχολεί τις γυναίκες από τη γέννηση έως την τρίτη ηλικία. Πολλαπλοί παράγοντες καθιστούν τη γυναίκα περισσότερο ευάλωτη στους μικροοργανισμούς που προκαλούν τις ουρολοιμώξεις. Η ανατομία της περιοχής, το μικρό μήκος της ουρήθρας, η γειτνίαση με τον κόλπο και την περιοχή του πρωκτού είναι σημαντικοί παράγοντες που ευνοούν την ανάπτυξη μικροοργανισμών. Παράλληλα, το μικροπεριβάλλον του κόλπου αλλά και ορμονικές διαταραχές, συμβάλλουν επίσης στην εμφάνιση ουρολοιμώξεων.

Οι ουρολοιμώξεις αυτές μπορεί να εμφανίζονται ως απλές κυστίτιδες ή να προκαλούν περισσότερα και πιο ηχηρά συμπτώματα. Στην απλή κυστίτιδα, η γυναίκα αισθάνεται επιτακτικότητα, την ισχυρή ανάγκη για ούρηση, πηγαίνει συχνά στην τουαλέτα χωρίς να βγάζει πολλά ούρα ενώ κατά την ούρηση αισθάνεται κάψιμο. Σε πιο πολύπλοκες καταστάσεις μπορεί να εμφανιστεί πυρετός, πόνος στην κοιλιά ή την περιοχή των νεφρών, έμετος, ανορεξία και αιματουρία. Άλλες ουρολοιμώξεις εκδηλώνονται παράλληλα με κολπίτιδες ενώ άλλες είναι σαφώς συνδεδεμένες με γεγονότα όπως η σεξουαλική επαφή. Σε άλλες περιπτώσεις, μια ουρολοίμωξη μπορεί να επανεμφανίζεται παρά τη σωστή αντιμετώπιση και την τήρηση των οδηγιών, όπως συμβαίνει στις υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις. τέλος, υπάρχουν καταστάσεις κατά τις οποίες μια γυναίκα βιώνει συμπτωματολογία ουρολοίμωξης, χωρίς να ανευρίσκεται κάτι παθολογικό στις εξετάσεις

Στις ουρολοιμώξεις η διάγνωση βασίζεται τόσο στον κλινικό όσο και στον εργαστηριακό έλεγχο.

Η λήψη ενός σωστού ιστορικού είναι το πρώτο βήμα για μια σωστή διάγνωση. Η πλήρης καταγραφή των συμπτωμάτων, η αναγνώριση συνοδών καταστάσεων που μπορεί να επιτείνουν το πρόβλημα (π.χ. σακχαρώδης διαβήτης ή κάπνισμα) και η ενδελεχής μελέτη του προηγούμενου ιστορικού μας δίνουν πολύτιμες πληροφορίες. Ακόμη, η καταγραφή των τυχόν παλαιότερων επεισοδίων ουρολοίμωξης αλλά και πληροφορίες για την παιδική ηλικία μιας γυναίκας μπορεί να κατευθύνουν τη διάγνωση.

Η κλινική εξέταση είναι πολύ σημαντική, ειδικά αν η γυναίκα εμφανίζει συμπτώματα πόνου στην κοιλιά ή την οσφύ και ενοχλήσεις στα έξω γεννητικά όργανα ή τον κόλπο. Συχνά, μια ουρολοίμωξη μπορεί να συνοδεύεται από κολπίτιδα ή και το αντίθετο. Σε αυτές τις περιπτώσεις η λήψη ενός καλού ιστορικού και μια αδρή γυναικολογική εξέταση είναι σε θέση να διακρίνουν το πρόβλημα.

Ο υπερηχογραφικός έλεγχος στη συνέχεια μασ δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τη λειτουργία και τη μορφολογία του ουροποιητικού συστήματος. Η αναγνώριση σημείων από τους νεφρούς ή την ουροδόχο κύστη, όπως συγγενείς ανωμαλίες, λιθίαση ή νεοπλασίες, μας βοηθούν πολύ στη διαγνωστική διαδικασία και τη μετέπειτα θεραπευτική προσέγγιση.

Τέλος, ο εργαστηριακός έλεγχος με καλλιέργειες ούρων ή στοχευμένες άλλες εξετάσεις θα ολοκληρώσουν το διαγνωστικό έλεγχο. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πως μια θετική καλλιέργεια δε σημαίνει απαραίτητα και αντιβίωση. Επίσης δεν είναι απαραίτητο σε όλες τις περιπτώσεις να θεραπεύεται και ο σύντροφος. Τέλος, ανάλογα με το ιστορικό και τη συμπτωματολογία, ο γιατρός σας μπορεί να κρίνει ότι χρειάζονται περισσότερες και πιο εξειδικευμένες εξετάσεις ώστε να επιβεβαιωθούν ή να αποκλειστούν συνοδές καταστάσεις.

Η αντιμετώπιση των ουρολοιμώξεων είναι πάρα πολύ σημαντική. Σε μια τεκμηριωμένη ουρολοίμωξη πρέπει να γίνεται η κατάλληλη επιλογή του σκευάσματος ανάλογα με τη θέση λοίμωξης, τις διεθνείς οδηγίες και με γνώμονα την ανθεκτικότητα των μικροβίων στα αντιβιωτικά στην Ελλάδα. Η χρήση ισχυρών αντιβιωτικών, αλόγιστα στις περισσότερες περιπτώσεις, μας έχει αφήσει με λίγες επιλογές, ειδικά όταν καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε απλές, καθημερινές, μη επιπλεγμένες ουρολοιμώξεις. Η χρήση λοιπών αντιβιωτικών φαρμάκων θα πρέπει να γίνεται πάντα με την καθοδήγηση του γιατρού σας για πάντα εξατομικευμένα και ορθολογικά.

Το είδος της αγωγής και η διάρκειά της θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από τη διαγνωστική διαδικασία. Υπάρχουν περιπτώσεις όπως οι υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις όπου θα χρειαστεί η λήψη χημειοπροφύλαξης (μικρές δόσεις αντιβιώσεων για μεγάλο χρονικό διάστημα), αλλά και άλλες καταστάσεις όπου μια θετική καλλιέργεια χωρίς συμπτώματα δε θα χρειαστεί καμία αγωγή. Παράλληλα, ο γιατρός σας μπορεί να σας καθοδηγήσει για τη σωστή και τεκμηριωμένη χρήση συμπληρωμάτων διατροφής όπως τα cranberries και τα προβιοτικά. Όπως και σε κάθε αγωγή, έτσι και τα συμπληρώματα έχουν τη χρησιμότητά τους, όταν λαμβάνονται με το σωστό τρόπο για τη σωστή ένδειξη.